Η ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ «ΚΥΝΗΓΗΜΕΝΟΥ»
Τυχαία συνάντησα τον παλιό καλό μου φίλο το Θανάση, τον είδα «πεσμένο» και τον ρώτησα τι έχει. «Δεν αισθάνομαι να σέρνω ενοχές» μου είπε, «γιατί δεν διέπραξα εγκληματικές, ούτε καν επιλήψιμες πράξεις στην ζωή μου. Προέρχομαι από το σορό, με συνειδητή την υποχρέωση σεβασμού στο περιβάλλον, ζωντανό και άψυχο. Πρόσεχα και ακόμα προσέχω να παίρνω από τη ζωή λιγότερα απ’ ό,τι δίνω ή έστω το ισοζύγιο να μην είναι προκλητικά υπέρ μου. Η αίσθηση που έχω όταν συναντάω φίλους, γνωστούς ή συνεργάτες, είναι ότι η παρουσία μου μάλλον χαρά, έστω μικρή, τους προκαλεί. Έχω αποδείξεις, ότι αν δεν με χαρακτηρίζει γενναιότητα, τουλάχιστον δεν με κυνηγάει δειλία, ούτε για τους φυσικούς, ούτε για τους μεταφυσικούς κινδύνους. Εκτιμώντας τα παραπάνω σαν βάση του χαρακτήρα μου, λογικό θα ήταν να ζω την τελευταία περίοδο της ζωής μου μια κατάσταση ηρεμίας, πράγμα που συνέβαινε μέχρι πριν 3-4 χρόνια. Τώρα ο χαρακτήρας μου άλλαξε και νιώθω σαν κυνηγημένος! Με την εγωιστική διάθεση που με διακρίνει, πίστευα ότι δεν θα με επηρέαζαν ψυχολογικά, περιβαλλοντικές καταστάσεις που δεν με αφορούν άμεσα, αλλά έκανα λάθος! Αισθάνομαι μια αβεβαιότητα γύρω μου, ένα απειλητικό περιβάλλον και μια απροσδιόριστη απειλή. Το πρωί που ξυπνάω ανησυχώ και μάταια ψάχνω να βρω την αιτία. Το ημερήσιο πρόγραμμά μου δεν κρύβει παγίδες. Οι άνθρωποι όμως που βλέπω γύρω μου είναι εκνευρισμένοι, αγενέστεροι του συνήθους, χωρίς αυθόρμητο χαμόγελο, με περιορισμένη ελπίδα, με διάθεση μηδενιστική. Στο δρόμο όλοι βιάζονται, ακόμα και τις Κυριακές, οι οδηγοί άρχισαν να κορνάρουν, όπως δεκαετίες πριν, οι μοτοσικλετιστές άρχισαν να βάζουν το κράνος στην μπαγαζιέρα και να ελίσσονται ανάμεσα στα αυτοκίνητα περισσότερα επικίνδυνα, οι πεζοί ξεχνούν συχνότερα τις διαβάσεις. Οι φράση που συχνότερα ακούγεται είναι “πως τα βλέπεις τα πράγματα;”
Ο Θανάσης με ρωτάει μήπως ξέρω τι ή ποιος φταίει, για να τα βάλλει εναντίον του, έτσι τουλάχιστον για να εκτονωθεί. «Θανάση» του λέω «ζούμε σε μια κοινωνία που δεν την ελέγχουμε, γιατί απλά μας βολεύει να μην την ελέγχουμε. Έχουμε αναθέσει την διαχείριση της ύπαρξής μας σε λάθος διαλεγμένους ανθρώπους. Αυτοί οι διαχειριστές της ζωής μας είναι ανίκανοι και αρπακτικοί, λέγονται πολιτικοί! Αυτοί οι πολιτικοί έκαναν υποχείριό τους τον δημόσιο τομέα, και ασκούν την νομοθετική και εκτελεστική εξουσία υπέρ τους και σε βάρος των υπολοίπων. Για να χτίσουν τα κόμματά τους, προσλαμβάνουν άχρηστους αλλά αμειβόμενους ψηφοφόρους, τους στοιβάζουν στο Δημόσιο και δανείζονται τεράστια ποσά για να τους πληρώσουν. Τον ασήκωτο λογαριασμό τον στέλνουν και σε σένα αγαπητέ Θανάση, γι’ αυτό τρομάζεις και πανικοβάλλεσαι, καταλαβαίνεις ότι σου δένουν τη μπάλα του κατάδικου στο πόδι, την κλειδώνουν και πετάνε το κλειδί. Εσύ θα σέρνεις το βάρος σε όλη σου τη ζωή, γιατί είσαι δειλός, γιατί δεν μπορείς να γίνεις Σπάρτακος! Έτσι θα πεθάνεις, έτσι θα πεθάνουν και τα παιδία σου, γιατί δεν αποφασίζεις να επαναστατήσεις, γιατί σε έχουν πείσει ότι η επανάσταση είναι κακό πράγμα, γιατί δεν διαβάζεις, δεν διαβάζεις τον Καζαντζάκη να μάθεις ότι ανάμεσα στον αδικημένο και τον αδικούντα πρέπει να μπει ποτάμι με αίμα για να υπάρξει λύση. Αυτά σου λέω αγαπητέ Θανάση, χωρίς να ξέρω αν είναι σωστά ή αν τα λέω γιατί κι εγώ κυνηγημένος αισθάνομαι!
Γεωργόπουλος Απόστολος